ηωάνθρωπος

ηωάνθρωπος
ο первобытный человек

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "ηωάνθρωπος" в других словарях:

  • ηωάνθρωπος — ο παλαιοζωικό γένος προϊστορικών ανθρώπων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. eanthropus (< *eoanthropus) < eo (πρβλ. ηώς) + anthropus (πρβλ. άνθρωπος)] …   Dictionary of Greek

  • Πιλτντάουν, άνθρωπος του- — Πλαστό απολίθωμα ανθρώπου, η ανακάλυψη του οποίου αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απάτες στην ιστορία της επιστήμης. Στις 18 Δεκεμβρίου του 1912, ο γεωλόγος Κ. Ντόσον και ο παλαιοντολόγος Σ. Γούντγουορντ παρουσίασαν στη Γεωλογική Εταιρεία του… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»